Robert Johnson : Στο Σταυροδρόμι του Απόλυτου Μύθου
Επιμέλεια : JazzBluesRock.gr
Δημοσιεύτηκε 31/12/2019 11:19
Ο Robert Johnson ήταν ο θρυλικός κιθαρίστας και μουσικός των Mississippi blues. Μυστήριο περιέβαλε την ζωή και την τέχνη του με διάφορα παράξενα γεγονότα από την ημέρα της γέννησης του, την αποκάλυψη του μουσικού του ταλέντου το 1931, τις δύο περιόδους ηχογραφήσεων το 1936 και 1937 καθώς και τον θάνατος του το 1938. Το πρώτο του άλμπουμ κυκλοφόρησε πολλά χρόνια μετά τον θάνατο του το 1961 και μέχρι τότε κανείς δεν ήξερε πολλά πράγματα για τον Robert Johnson. Η Columbia Records το 1990 κυκλοφόρησε το άλμπουμ του με τίτλο “The Complete Recordings” γνωρίζοντας περισσότερα πράγματα για εκείνον αλλά το μυστήριο παρέμενε.
Όπως και οι άλλοι «πατέρες» των Delta blues έτσι και ο Robert Johnson ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της προφορικής μουσικής παράδοσης που ξεκίνησε με την ανάμειξη νέγρικων τραγουδιών, ψαλμωδιών και θρησκευτικής μουσικής και γεννήθηκε η blues. Το Δέλτα του Μισσισσιππή είναι μια έκταση διακοσίων χιλιομέτρων από εύφορες πεδιάδες εκτεινόμενο από το Memphis, Tennessee ως και το Vicksburg, Mississippi και ήταν οι πρώτες περιοχές όπου ξεκίνησαν και αναπτύχθηκαν τα blues. Ο Robert Johnson αναγνωρίζεται ως ένας από τους κορυφαίους της παράδοσης των Delta blues μετά τον Charley Patton τον Son House τον Skip James και άλλους. Χαρακτηριστικά τα Delta blues παίζονται και τραγουδιούνται από έναν μόνο μουσικό με μια ακουστική κιθάρα συχνά χρησιμοποιώντας έναν σπασμένο λαιμό από ένα μπουκάλι ως slight για να γλιστρά απαλά πάνω στις χορδές πετυχαίνοντας έναν διακριτικό ήχο. Η επόμενη γενιά μουσικών που έζησαν τον Robert Johnson μπορεί να μεγάλωσαν στο Δέλτα αλλά οι περισσότεροι μετακινήθηκαν και τραγούδησαν τα blues του Chicago. Ο Muddy Waters και ο Howlin’ Wolf είναι δύο διακεκριμένοι bluesmen του Chicago που και οι δυο προέρχονται από το Δέλτα έχοντας ιδιαίτερα σημαντικές μουσικές επιρροές από τον Robert Johnson. Ο Muddy Waters αποκαλύπτοντας πολλά χρόνια αναφέρει ότι είδε τον Johnson στο Hirsberg's Drugstore του Friars Point μιας μικρής πόλης 1500 ψυχών στην επαρχία Coahoma ο οποίος ήταν περιτριγυρισμένος από αρκετούς ανθρώπους όπου κρυφοκοίταξε για λίγο και μετά έφυγε «ήταν ένας επικίνδυνος τύπος» είπε!
Οι γνώσεις μας για τον ίδιο τον Robert Johnson και για τη μουσική του προέρχονται κυρίως από αφηγήσεις μουσικών οι οποίοι των γνώριζαν. Δύο από τις καλύτερες πηγές ήταν ο θρυλικός τραγουδιστής των Delta blues Son House και ο κιθαρίστας Johnny Shines που συνάντησε και ταξίδεψε μαζί με τον Johnson το 1935. Επιπλέον πληροφορίες προέρχονται από τους ερευνητές του Robert Johnson που ξεκαθαρίζουν την ημερομηνία γέννησης του ορίζοντας την 8 Μαΐου το 1911. Κάποιες από τις συνθήκες θανάτου του παραμένουν ακόμα ασαφείς ενώ υπάρχει ασυμφωνία όσον αφορά την τοποθεσία του τάφου του.
Για την ιστορία ο Robert Johnson γεννήθηκε στο Hazlehurst της πολιτείας του Mississippi ήταν γιός ενός ζευγαριού εργατών σε φυτεία της περιοχής και πέθανε πιθανότατα στις 16 Αυγούστου το 1938 από δηλητηρίαση στην πόλη Greenwood της επαρχίας Leflore. Θάφτηκε όπως πολλοί υποστηρίζουν σε έναν τάφο δίχως στοιχεία στο Morgan City του Mississippi και ήταν παντρεμένος δύο φορές. Ταξίδεψε μέχρι το Detroit του Michigan και το Chicago παίζοντας σε μικρά clubs και σε juke joints(ανεπίσημοι χώροι όπου υπήρχε χορός, μουσική, τζόγος, ποτό με σχεδόν σε αποκλειστική χρήση από Αφροαμερικάνους στις νοτιοανατολικές πολιτείες των Η.Π.Α.) και σε ανεπίσημες μαζώξεις.
Ο θρύλος λέει ότι εξαφανίστηκε το 1930 και εμφανίστηκε αργότερα με εξαιρετικά παράξενες ικανότητες στην κιθάρα στον τρόπο παιξίματος. Τον Νοέμβριο του 1936 ηχογράφησε 16 τραγούδια για την American Record Company(ARC) συμπεριλαμβάνοντας τα πολύ γνωστά “Kind Hearted Woman”, “I Believe I’ll Dust My Broom”, “Sweet Home Chicago”, και “Terraplane Blues” ενώ τον Ιούνιο του 1937 ηχογράφησε άλλα 13 τραγούδια για την ARC. Ευτυχώς οι συλλογές της Columbia Records ανανέωσαν το ενδιαφέρον για την ζωή και την μουσική αυτού του κορυφαίου bluesman. Οι ηχογραφήσεις αυτές έπαιξαν σημαντικότατο ρόλο στην υστεροφημία του Johnson καθώς επίσης και στον τρόπο τον οποίο επηρέασε όλους τους επόμενους μουσικούς της blues μουσικής και όχι μόνο ενώ ο ίδιος προφανώς επηρεάστηκε από πρεσβύτερους του είδους όπως ο Skip James ο οποίος είχε ηχογραφήσει το 1931 την χρονιά που ο Johnson ξετρέλανε τους παλιότερους bluesmen με τις ικανότητες του στην κιθάρα. Το φοβερό παίξιμο του James εμφανίζεται σε όλες σχεδόν τις ηχογραφήσεις του Johnson και κυρίως στο κομμάτι “32-20 Blues” το οποίο βασίζεται στο κομμάτι του Skip James “22-20 Blues” της ηχογράφησης του 1931.
Οι νεότεροι μουσικοί ασχολήθηκαν ιδιαίτερα με τον Robert Johnson στη δεκαετία του 60’ μετά την κυκλοφορία του δίσκου “King of the Delta Blues Singers” το 1961. Λόγω της αναβίωσης των country blues οι παλαιότεροι μουσικοί που τραγουδούσαν την δεκαετία του 30’ ξεκίνησαν ουσιαστικά μια δεύτερη καριέρα με την δημοτικότητα τους να χτυπάει κόκκινο στους «ενημερωμένους» της εποχής αυτής. Το άλμπουμ αυτό περιείχε ηχογραφήσεις από το 1936 και 1937 με πολλά κομμάτια να μην έχουν ξαναδημοσιευθεί ως και τότε αποκαλύπτοντας το τρομακτικό ταλέντο του Johnson στη φωνή και στην κιθάρα. Επίσης το άλμπουμ αυτό «αμφισβήτησε» τους νεαρούς ροκ μουσικούς της εποχής δείχνοντας τους ουσιαστικά την αξία της πραγματικής blues μουσικής. Το άλμπουμ αυτό έγινε τόσο δημοφιλές που επανεκδόθηκε το 1969 ενώ ακολούθησε ακόμα μια επανέκδοση του το 1970. Ο Bob Dylan αναφέρει ότι ο Robert Johnson ήταν ο ένας από τους δύο μουσικούς (ο άλλος είναι ο Woody Guthrie) από τους οποίους επηρεάστηκε περισσότερο. Ανάμεσα στα τραγούδια που διασκευάστηκαν και τραγουδήθηκαν από τους μεγάλους μουσικούς της ροκ είναι τα “Love in Vain” και “Stop Breakin’ Down” που διασκεύασαν οι Rolling Stones και το “Crossroad Blues” από τους Cream και τον Eric Clapton.
Πολλές από τις συνθέσεις του Johnson έγιναν blues standards κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 60’ κυρίως χάριν των πολύ μεγάλων Muddy Waters και Elmore James με τον δεύτερο να έχει ηχογραφήσει παλαιότερα στο 1951 το “Dust My Broom” κάνοντας το ένα μεγάλο hit. Επίσης το “Sweet Home Chicago” μια ακόμα σύνθεση του τραγουδήθηκε και ηχογραφήθηκε από έναν πάρα πολύ μεγάλο αριθμό bluesmen του Chicago. Έχοντας την ευκαιρία να ταξιδέψει σχεδόν σε όλο το Δέλτα του Mississippi αλλά και μέχρι τον μακρινό Βορρά και το Detroit και φυσικά το Chicago είχε την ευκαιρία να τελειοποιήσει την στιχουργική του ικανότητα αν κρίνουμε κιόλας από την δημοφιλία του και τις αντιδράσεις του κοινού του. Ένας μουσικός… ταξιδευτής όπως ο Johnson είχε παίξει σε πάρα πολλές εκδηλώσεις όπως τα διάφορα clubs τα Σαββατόβραδα ως τα juke joints μέχρι τις διάφορες συναθροίσεις και τα υπαίθρια picnics. Ο Johnny Shines θυμάται τον Robert Johnson ως έναν άνθρωπο που βρισκόταν συνέχεια σε κίνηση και έτοιμος για πάντα για τον επόμενο προορισμό αφήνοντας την ζωή να τον πάει όπου θέλει, «ήταν από την φύση του περιπλανώμενος τύπος και το σπίτι του ήταν όπου ήταν το καπέλο του και… συνήθως δεν γνώριζε που ήταν αυτό», λέει ο Shines για τον Johnson σε μια κουβέντα με τον Pete Welding για το Down Beat Music Yearbook.
Η πρώτη περίοδος ηχογράφησης διήρκησε τρείς μέρες με δεκαέξι καταγεγραμμένα τραγούδια στο ξενοδοχείο Gunter όπου η ARC είχε στήσει τα μηχανήματά της για να καταγράψει μια σειρά από διάφορες μουσικές πράξεις από τη νότια Gospel των The Chuck Wagon Gang μέχρι κάποια Μεξικάνικα συγκροτήματα. Το πρώτο τραγούδι που ηχογραφήθηκε ήταν το “Kind Hearted Woman” ενώ ακολούθησαν τα “I Believe I’ll Dust My Broom” και “Sweet Home Chicago” τα οποία έγινα blues standard. To “Terraplane Blues” γνωστό για τους μεταφορικούς του στίχους έγινε ένα τοπικό hit και έγινε το τραγούδι «υπογραφή» του Robert Johnson. Οι περισσότερες από αυτές τις επιλογές ηχογραφήθηκαν στα Vocalion 78 Rpm ενώ τρία από αυτά τα τραγούδια δεν εκδόθηκαν ποτέ παρά μόνο μετά από αρκετά χρόνια από την ίδια την Columbia Records. Έξι μήνες αργότερα τον Ιούνιο του 1937 ο Johnson προσκλήθηκε και πάλι για να ηχογραφήσει ξανά. Αυτήν τη φορά η ηχογράφηση έγινε σε μια αποθήκη εμπορευμάτων στο Dallas όπου η ARC για ακόμα μία φορά έστησε τα μηχανήματα της για να προχωρήσει σε ακόμα μια σπάνια ηχογράφηση. Εκείνη τη φορά δεκατρία τραγούδια ηχογραφήθηκαν από τα οποία μόνο τα 10 κυκλοφόρησαν. Ενώ οι ηχογραφήσεις του Johnson κράτησαν μόλις μερικούς μήνες η μουσική υστεροφημία του κρατά περισσότερο από 80 χρόνια και από ότι φαίνεται μάλλον θα συνεχίσει να υπάρχει εμπνέοντας για πάντα τους νεότερους μουσικούς. Οι κριτικοί έχουν γράψει πολλά για το καινοτόμο έργο του σε σχέση με την κιθάρα καθώς και για το ασυνήθιστο φωνητικό ύφος του. Η ευαισθησία των στίχων του ήταν το κερασάκι στην τούρτα για αυτόν τον μεγάλο bluesman.
Μέσα από τα τραγούδια του ο Robert Johnson μας περιέγραφε ουσιαστικά τον τρόπο με τον οποίο ζούσε και βλέπουμε ότι τελικά ήταν και πετυχημένος αλλά και συνειδητοποιημένος. Με αυτήν την
άποψη συμφωνούν και εκείνοι που τον έζησαν από πιο κοντά εκείνη την εποχή αλλά και οι μετέπειτα μουσικοί που ασχολήθηκαν περισσότερο με τον ίδιο τη ζωή του και φυσικά το έργο του. Κατά την διάρκεια της ζωής του πολλές ιστορίες κυκλοφόρησαν για αυτόν μιλώντας για τις άγνωστες πτυχές της ζωής του. Όταν δολοφονήθηκε το 1938 τουλάχιστον τρείς ήταν οι επικρατέστερες εκδοχές για το έγκλημα αυτό, στην πρώτη αναφέρεται ότι μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου από ένα ζηλιάρη σύζυγο στην δεύτερη ότι μαχαιρώθηκε από μια γυναίκα και στην Τρίτη περίπτωση ότι δηλητηριάστηκε από αγνώστους. Μεταγενέστερες έρευνες έδειξαν βάση μαρτυρίων ότι δηλητηριάστηκε από έναν ζηλιάρη σύζυγο. Τον Αύγουστο του 1938 έπαιζε σε ένα πάρτι σε ένα σπίτι στο Three Forks του Greenwood στο Mississippi με τον David "Honeyboy" Edwards. Εκεί φέρεται να φλέρταρε με την γυναίκα του ανθρώπου που διοργάνωσε το πάρτι και εκείνος τον πότισε με δηλητηριασμένο ουίσκι από το οποίο πέθανε τρεις ημέρες αργότερα. Επίσης ο Pete Welding σημειώνει από τα λεγόμενα του Johnny Shines για το Down Beat Music Yearbook ότι ο Johnson δεν θα μπορούσε εύκολα να το κάνει αυτό γιατί ήταν έμπιστο άτομο και ότι τον σκότωσαν οι γυναίκες με τις οποίες περνούσε τις ώρες του καθώς εκείνες πραγματικά δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ για τον ίδιο τον Johnson ενώ λέγεται πως τον έψαχναν για να χρησιμοποιήσουν πάνω του κάποιο είδος μαύρης μαγείας. Πριν πεθάνει λέγετε επίσης ότι σερνόταν στο πάτωμα ουρλιάζοντας, βρίζοντας και χτυπιόταν σαν ένα αγριεμένο θηρίο αυτές ήταν οι παρενέργειες από το δηλητήριο. Επίσης όσον αφορά την μαύρη μαγεία ο μύθος αναφέρει ότι Johnson έκανε μια συμφωνία με τον διάβολο για να αποκτήσει την απόλυτη μαεστρία στην κιθάρα. Ο μύθος αυτός αναπτύχθηκε όταν ο Johnson εξαφανίζεται και εμφανίζεται αργότερα με το απόλυτο ταλέντο στο παίξιμο του κάνοντας όλους τους υπόλοιπους να τον παρακολουθούν άναυδοι. Σαν έφηβος ο Robert Johnson χαρακτηρίζονταν ως μπελάς από τους παλαιότερους μουσικούς σαν τον Son House και τον Willie Brown. Τους έπαιρνε τα όργανα με κάθε ευκαιρία και προσπαθούσε να παίξει ενώ εκείνοι του έλεγαν να μην πειράζει τους ανθρώπους και ότι επειδή δεν ήξερε να παίζει κιθάρα ήταν πολύ ενοχλητικός στα αυτιά τους. Ο House επαναφέρει στην μνήμη του τότε που ο πατριός του τον ανάγκασε να πηγαίνει μαζί του στα χωράφια και ο Robert έφυγε από το σπίτι του για έξι μήνες ενώ κάποιοι άλλοι αναφέρουν ότι το χρονικό διάστημα αυτό ήταν 2 ολόκληρα χρόνια. Ο Johnson όταν επέστρεψε είχε μαζί του μια κιθάρα Gibson Kalamazoo και δεν παρέλειψε να επιδεικνύει το ταλέντο στην κιθάρα, στην ουσία αυτό ήταν που έκανε τον μύθο να ενδυναμωθεί λέγοντας οι παλαιότεροι ότι πούλησε την ψυχή του στον διάβολο για να αποκτήσει την φοβερή επιδεξιότητα που είχε με το όργανο αυτό ενώ ο ίδιος δεν το ανέφερε ποτέ. Αλλά και για τον Tommy Johnson ο οποίος ήταν ένας πρεσβύτερος μουσικός των Delta blues είχε ακουστεί μια τέτοια ιστορία ότι πήγε ένα βράδυ τα μεσάνυχτα ακριβώς σε ένα σταυροδρόμι, εκεί συνάντησε τον διάβολο πουλώντας την ψυχή του σε αυτόν με αντάλλαγμα να μάθει να παίζει εξαιρετικά καλά κιθάρα. Οι ερευνητές των λαϊκών παραδόσεων και μύθων συνδέουν τον διάβολο από την ιστορία αυτή με την Αφρικανική θεότητα Legba της φυλής Yoruba που αναπαριστά έναν θεό κατεργάρη να ξεγελά πάντα τα θύματα του με αγαπημένο του στέκι τα σταυροδρόμια. Ο Robert Johnson φαίνεται να γνωρίζει καλά τα τραγούδια για τη ζωή που ερμηνεύει και επίσης είναι πολύ εύκολο να αναγνωρίσει κάποιος τα γεμάτα με διαβολικά νοήματα σε κάποια από αυτά. Σαν να είχε ένα κρυφό ταλέντο ο Johnson το οποίο όμως φρόντιζε να κρύβει γυρνώντας την πλάτη του σε μουσικούς που ένιωθε ότι το κοίταζαν επίμονα και από κοντά την ώρα που έπαιζε. Όλα αυτά μεγεθύνουν το μύθο του αλλά δεν αφαιρούν τίποτα από τη μουσική αυτού του σκιώδους αλλά συνάμα τεράστιου καλλιτέχνη της blues που έγινε ευρύτερα γνωστός ως “King of the Delta Blues Singers”.